Σάββατο 29 Δεκεμβρίου 2012

Θες;


Είναι αστείο ώρες ώρες. Πολύ αστείο. Είμαστε τόσο υπερήφανοι για την ελεύθερη βούλησή μας –ή έστω για την ελεύθερη βούληση γενικότερα, σαν έννοια, σαν κάτι το ιδανικό, επιτευκτό ή όχι… Ωστόσο οι μόνες φορές που ελευθερωνόμασταν, οι μόνες  φορές που έσπαγε ένας μικρός κρίκος από τα δεσμά επιτρέποντάς μας να κινούμαστε σε μια ακτίνα κατάτι μεγαλύτερη, ήταν όταν κάναμε πράγματα παρά τη θέλησή μας.


Είναι αστείο, επίσης, που όταν συναντάς οξύμωρα πιστεύεις ότι βρήκες  ένα επιφανειακό ράισμα στον τοίχο της αλήθειας. Ένα σημείο εκκίνησης, να αρχινίσεις να ξεφλουδίζεις με μανία το χρώμα για να φανεί από πίσω η ζωγραφιά της πραγματικής ουσίας –ή ακόμα καλύτερα, ω θεέ, το ίδιο το υλικό του τοίχου. «Ο εξαναγκασμός μας απελευθερώνει». Αυτό το οξύμωρο συνάντησες σήμερα καθώς τραγουδούσες στην μπανιέρα σου. Αυτό ανακάλυψες καθώς ξέβγαζες τα μακριά σου μαλλιά και το νερό έρεε καυτό στην πλάτη σου, ακολουθώντας την καμπύλη διαδρομή που δημιουργεί το σώμα σου, για να συνεχίσει στο μάρμαρο της μπανιέρας και να χαθεί κάπου μακριά, έξω από το σπίτι, σε μια διαδρομή για την οποία άκουσες μόνο παλιά, από κάποιον μολυβένιο στρατιώτη. Τραγουδούσες λοιπόν και άκουσες τον θόρυβο. Δεν τον αντιλήφθηκες μονομιάς, πέρασαν λίγα δευτερόλεπτα για να συνειδητοποιήσεις την παρουσία κάποιου μέσα στο μπάνιο. Την παρουσία μου. Έκανες ότι δε με κατάλαβες και συνέχισες να τραγουδάς, καταλαμβανομένη από μία υπερκόσμια έκσταση απόλυτης ελευθερίας. Μιας ελευθερίας τόσο πηγαίας, λυτρωτικής και ξεγυμνωτικής που σχεδόν σε είχε διεγείρει ερωτικά. Σε είχε διεγείρει ερωτικά. Ποτέ άλλοτε δεν είχες τραγουδήσει μπροστά σε άλλον, μήτε διανοούσουν ότι υπήρχε έστω και το ελάχιστο ενδεχόμενο να το έκανες συνειδητά. Ήταν ένα από τα κολλήματά σου, όπως τόσα άλλα. Ήταν κάτι που αν στηριζόσουν στην ελεύθερη βούληση, θα είχες χάσει για πάντα. Όπως τότε, παλιά όταν ήσουν παιδί και ντρεπόσουν να κάνεις τα απλούστερα πράγματα. Τότε που σε ανάγκαζαν οι γονείς σου να πας να παίξεις με τα παιδάκια εκείνα στην παιδική χαρά, τα οποία δεν ήξερες. Μπορεί και να έκλαψες επειδή δεν ήθελες να πας, όταν τελικά σε έπεισαν, όμως, πέρασες καλύτερα από κάθε άλλη φορά. Πόσο έχεις αλλάξει από τότε; Ίσως απλά δεν έχεις κάποιον να σε πιέζει. Ίσως απλά ξέρεις τόσα πολλά που δεν έχεις κάποιον τριγύρω σου να ξέρει τα απλά πράγματα της ζωής καλύτερα από σένα. Ίσως δε θα δεχόσουν από κανέναν τέτοια αυθεντία, δε θα έδινες σε κανέναν τέτοιο θάρρος πάνω σου. Ίσως, πάλι, κανείς δε θα είχε τέτοια έπαρση ώστε να σε οδηγήσει κάπου. Όμως, τώρα, το καυτό ατμίζον νερό έχει αγκαλιάσει τα μέρη του σώματός σου για τα καλά, προσφέροντας ανείπωτη θαλπωρή. Το τραγούδι τελειώνει και αναρωτιέσαι αν οι ανασφάλειες είναι αυτές που σε κάνουν τόσο απόλυτη για τον εαυτό σου. Άλλο ένα οξύμωρο…


Καθώς πλησιάζει το χέρι σε απόσταση χιλιοστού από το σώμα σου, ώστε να μην ακουμπάς δέρμα, αλλά να ακουμπάς το στρώμα νερού που παίρνει το περίγραμμά σου, μάλλον θα σκεφτείς ότι είναι πιο εύκολο να αποδεχτείς το οξύμωρο ότι «ο εξαναγκασμός μας απελευθερώνει». Πόσο εύκολο είναι, όμως, να αποδεχτείς την άμεση συνέπειά του, ότι δηλαδή «η ελεύθερη βούληση παίρνει μακριά μας τις εμπειρίες της ζωής»; Τώρα που ακουμπάς το στρώμα νερού, μάλλον θα σκεφτείς μες στην ησυχία, ότι μπορεί να μην ήμουν ποτέ εκεί. Ότι μπορεί να έφυγα στη μέση. Ότι μπορεί να αποφασίσω τώρα να φύγω, επειδή σταμάτησες να τραγουδάς. Πρέπει να δεις τι γίνεται έξω, πού είμαι. Πρέπει κάποιος να σε αναγκάσει να ανοίξεις την κουρτίνα.


Πέμπτη 25 Οκτωβρίου 2012

Heonan



I sing a song of sinking ships
In a soft sleeping sea...


They came bearing torches
In small wooden rescue boats
Or were they not
We could not see past the fog
Distant yet the stench of burning wool and rotten fish
Still reached our noses

The Humdrum were coming to save us

And we stood still
With our manuscripts soaked under the ocean
Fine manusripts were they, love-driven manuscripts
Now they lay drenched
Fresh ink drifting apart from paper and unto the waves of the sea
For where could we go hence,
And how to escape?


Some say a tired ocean pulls everything apart,
Others say it's finally all coming together
Yet, the ink once forming words -our words
Got carried away towards our sinking ships
Transfixed stood we
As it reached the keel
Yet, the words once forming sentences -our sentences
Were stuck in throat
And flying shily towards mind
Yet, the sentences once expressing thoughts -our thoughts
Were lucid no more
And the Humdrum approached
How could we possibly escape them?
They whisper "Oh! Apotheosis. Oh holy bulb of light"
We learn that it is shadow, not just darkness
That gives form to night


They reached us
Amidst the Humdrum stood we
And then they saved us, and then we fell
Never to see each other nor ourselves again

The ink stamped the hulls
Once speaking of love
Once product of creativity, man's sole true virtue
Now imbued putrid wood
And were we still of this world
We could finally understand
How creativity transforms through the aeons


Our children will only learn from the Humdrum
For they are the Survivors
And we are the eternal Disappearers
Our legacy, a hazy reflection of light on the surface of the sea
Enough change to keep us satisfied
Enough to change the face of tide.
That glow from the sunken ships below is ink reformed
A patrimony by those who cared
And when no one remembers where these
Ships were built
Or knows whether they found home,
It is your time.
When the light is no more,
It is your time.

Aye, the glow formed words
Unearthly, unspoken language
Uttered, it would sound something like this:

If our mothers have taught as anything
It is that there is no shame in a fading light
But instead, a pale worldly beauty
So be tired, good children
Be tired, but be strong, in a word: persevere
For the dimmer the light, the longer it shines when we are gone
Let them glare
And mind your ray...


*The highlighted verses are taken from various lyrics of the album "Blessed Are The Bonds" by The Pax Cecilia

Κυριακή 8 Ιουλίου 2012

Χρωμοσώματα Και Καρλ Γιουνγκ Και Σαράντα-Έξι Και Αυτά Τα Γαμημένα Δύο





Πρέπει επιτέλους να πάψεις να αναρωτιέσαι το "γιατί" όταν σκέφτεσαι να κάνεις κάτι





Και να αρχίσεις να αναρωτιέσαι "γιατί όχι"





Ειδικά όταν αυτό το κάτι είναι το να πας να πνιγείς.





Some say the end is near.
Some say we'll see armageddon soon.
I certainly hope we will.
I sure could use a vacation from this
Bullshit three ring circus sideshow of
Freaks 





Fret for your figure and
Fret for your latte and
Fret for your hairpiece and
Fret for your lawsuit and
Fret for your prozac and
Fret for your pilot and
Fret for your contract and
Fret for your car





Fuck L Ron Hubbard and
Fuck all his clones.
Fuck all those gun-toting
Hip gangster wannabes. 
Fuck retro anything.
Fuck your tattoos.
Fuck all you junkies and
Fuck your short memory.  
Fuck smiley glad-hands
With hidden agendas.
Fuck these dysfunctional,
Insecure actresses. 





 The only way to fix it is to flush it all away.

Learn to swim
Learn to swim 
Learn to swim  
Learn to swim 
Learn to swim  
Learn to swim 
Learn to swim  
Πσοφήστε
Learn to swim 
Learn to swim  
Learn to swim 
Learn to swim  
Learn to swim 
Learn to swim  
Learn to swim 
Learn to swim  
Learn to swim 
Learn to swim  
Learn to swim 

Πέμπτη 5 Ιουλίου 2012

They Neither Sow Nor Reap


Κάποια μέρα θα έπαιρνε ένα αεροπλάνο για Μαδρίτη και θα έψαχνε να τη βρει. Τα δάχτυλά του έτρεμαν και μόνο στη σκέψη ότι θα αντίκριζε τα μάτια της, θα άγγιζε το δέρμα της, θα αισθανόταν την ανάσα της καθώς εκείνη θα του ψιθύριζε στο αυτί ερωτικές εξομολογήσεις ανείπωτες, απελευθερωτικές. Κάποια μέρα θα έπαιρνε το αεροπλάνο και θα πήγαινε εκεί, ναι.  Και αυτή η μέρα δε θα αργούσε, prometo a Dios –κι ας είχε ήδη αργήσει πάνω από οχτώ χρόνια.



Κάθε άνθρωπος που ζει σε μια ρουτίνα για μια συγκεκριμένη χρονική περίοδο της ζωής του υπεισέρχεται σε ένα στάδιο όπου όχι μόνο του φαίνονται σιχαμένες όλες οι αυτονόητες και απαραίτητες για την επιβίωσή του ενέργειες τις οποίες απαιτεί από αυτόν η κοινωνία, αλλά δεν αντέχει ούτε τις πιο απλές, αμελητέες λεπτομέρειες του κόσμου που τον περιτριγυρίζει. Οι ακατάστατες γραμμές που σχημάτιζε το μαχαίρι του στο βούτυρο κάθε πρωί… Ο τρόπος που η ματιά του συναντιόταν με αυτή του περιπτερά όποτε κοίταγε από μακριά τα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων… Ο καιρός: Είτε θα είχε πολύ ζέστη με άπνοια, είτε καυτό αέρα, είτε κρύο με υγρασία, είτε πολύ κρύο, είτε αλλοπρόσαλλο καιρό με iluvia de mañana να ακολουθείται από ηλιόλουστα απογεύματα και τούμπαλιν, είτε χιόνια με πάγο στους δρόμους, είτε καιρό που άλλαζε κάθε μέρα και δεν ήξερες τι πρέπει να φορέσεις το πρωί και ούτω καθεξής… Οι δηλώσεις των πολιτικών, οι οποίοι τόσο σοβαρά και πειστικά κήρυτταν την νομιμότητα, τη δικαιοσύνη και την ηθική και ταυτόχρονα τόσο καταφανώς ζούσαν στο απώτατο άκρο της παρανομίας, των αδικιών και της ανηθικότητας… Μα πιο πολύ απ’ όλα τον εκνεύριζαν τα φανάρια. Όχι μόνο τα κόκκινα. Ούτε καν τα κόκκινα και τα πορτοκαλί. Ακόμα και τα πράσινα τον εκνεύριζαν. Είχε σιχαθεί τόσο πολύ να βλέπει φανάρια να τον κάνουν να σταματάει και να ξεκινάει κατά το δοκούν (τους) ώστε ακόμα και όταν συνάνταγε πράσινο φανάρι το κοίταγε με φθόνο και σκεφτόταν σιωπηρά: «Και ποιος νομίζεις ότι είσαι που θα μου πεις τι μπορώ να κάνω;». Ναι, τα φανάρια του δημιουργούσαν ένα συναίσθημα τόσο τρομερής αηδίας που κατέληγε να είναι κλειστοφοβικό: του εμφανιζόταν η επιτακτική ανάγκη να προσπαθήσει να ξεφύγει, όχι από αυτά, αλλά από το μίσος του γι’ αυτά.

Νευριασμένα κορναρίσματα και ακόμα πιο νευριασμένες μονολεκτικές ιαχές διέκοψαν την περίσκεψή του πάνω στο καλύτερο σημείο: όταν είχε ήδη ταξιδέψει με το μυαλό του εκεί, στην Μαδρίτη. Είχε ανάψει πράσινο εδώ και δύο δευτερόλεπτα, ίσως και λιγότερο, αλλά καθότι είχε αφαιρεθεί, είχε ξεχάσει να ξεκινήσει, οπότε οι συμπαθέστατοι οδηγοί πίσω του φρόντισαν να του το κάνουν ξεκάθαρο: «σα βλέπεις πράσινο, διάβαινε!» Έριξε μια χριστοπαναγία, έβγαλε το χέρι του έξω από το ventana για να κάνει τη δε-μας-παρατάτε-λέω-εγώ χειρονομία και ξεκίνησε, πατώντας ταυτόχρονα το play στο κασετόφωνο του αυτοκινήτου του. Ο αέρας που αγκάλιασε το πρόσωπό του καθώς επιτάχυνε τον ανακούφιζε και μετρίαζε κάπως τον αφόρητο και εξοργιστικό καύσωνα. Δεν ήταν καιρός αυτός, δεν ήταν πανάθεμά τον.
Repetir lo que digo

Αυτές τις ημέρες δεν είχε πολλή δουλειά. Ο περισσότερος κόσμος ήταν διακοπές, όσα χιλιόμετρα πιο μακριά μπορούσε από ό,τι του θύμιζε τη δουλειά και τις υποχρεώσεις του. Που να ήξεραν ότι κουβαλούσαν μαζί τους αυτό που τους θύμιζε δουλειά και υποχρεώσεις περισσότερο από οτιδήποτε άλλο: τον εαυτό τους. Μυαλό μουλιασμένο στις έγνοιες και τα άγχη, σώμα διάτρητο από κούραση, εκφυλισμένο από αφύσικη ζωή… Ψυχές μαλθακές, θέληση μηδαμινή, κυριευμένη από βαρεμάρα και αναβλητικότητα… Που να ήξεραν όλοι ότι αυτό που χρειάζονταν δεν ήταν οι διακοπές, αλλά ένας στόχος. Εκείνος είχε βρει το στόχο του. Θα την έβρισκε και θα άλλαζε μια για πάντα η αφόρητη ζωή του. Θα ξύπναγε με εκείνη γυμνή στην αγκαλιά του και θα είχε πια ένα λόγο να σηκωθεί από το κρεβάτι. Θα είχε τη γεύση της στα χείλια του και αυτό θα του έδινε το σθένος να μη νοιάζεται ούτε στο ελάχιστο για τον σκάρτο κόσμο όπου είχε την ατυχία να γεννηθεί. Τα στήθη της κολλημένα ασφυκτικά στο στέρνο του σε μία-

«Συγγνώμη, είσαι σοβαρός; Θα ακούμε για πολύ ώρα αυτό το πράγμα;»

El cielo es azulEl ciel es azul

Δεν του έδωσε σημασία.

¿Qué hora es?

«Μπορείς να βάλεις κανένα τραγούδι της προκοπής; Τι είναι αυτές οι αρλούμπες;»

«Κασέτα εκμάθησης ισπανικών.»

«Ε βάλε κανένα τραγούδι της προκοπής άνθρωπέ μου γιατί ζαλίστηκα. Και στην τελική τι τα θες τα ισπανικά; Μάθε αλβανικά, πολωνικά, πακιστανικά… Σε λίγο καιρό δε θα μπορούμε να πάρουμε ούτε μια εξάδα αβγά στην Ελλάδα αν ξέρουμε μόνο ελληνικά.»

«Όταν μου χρειαστούν θα τα μάθω και αυτά.»

Quiero algunos huevos.

«Θα σου χρειαστούν, θα σου χρειαστούν! Οι γαμημένοι δε θα αφήσουν τίποτα. Να, πριν δυο βδομάδες μπήκαν στο σπίτι της αδερφής της γυναίκας μου και το σήκωσαν όλο. Και λέμε και ευχαριστώ που δεν τη σκότωσαν, χτύπα ξύλο.» είπε και χτύπησε άχαρα το χερούλι της πόρτας τρεις φορές.

«Ειλικρινά, δεν μπορείς να φανταστείς πόσο αδιάφορο μου είναι αυτό που μόλις είπες. Τώρα αν μπορείς κάνε λίγη ησυχία να ακούσω κι εγώ την κασέτα μου, να φτάσεις κι εσύ άνετα στον προορισμό σου.»



Ο τροφαντός μεσήλικας του πίσω καθίσματος έμεινε άναυδος από την αφοπλιστική αγένεια που εμπεριείχε η απάντηση η οποία έλαβε. Δεν μίλησε παρά μονάχα 7-8 λεπτά αργότερα.
«Δε θα σου είναι τόσο αδιάφορο όταν μπουν στο δικό σου σπίτι ή σου μπήξουν μαχαίρι καμιά νύχτα στο δρόμο. Σε βλέπω νέο και μου φαίνεται ότι τα μυαλά σου είναι πάνω από το κεφάλι σου. Δε βλέπεις τι συμβαίνει εκεί έξω. Ήρθαν στη χώρα μας να φάνε ένα κομμάτι ψωμί και μας έχουν καβαλήσει. Ζούμε σε άθλιες εποχές.»

«Σε αυτό θα συμφωνήσω. Άθλιες εποχές. Που θρέφουν άθλια μυαλά. Απαίδευτα.»

«Α κατάλαβα… Είσαι από αυτούς…»

«Και όμως, δεν κατάλαβες τίποτα, πίστεψέ με.»

Siempre trate de sonrisa.

«Και εν πάση περιπτώσει, τι λες ότι πρέπει να κάνουμε εμείς σε αυτές τις άθλιες εποχές;»

«Να κάνουμε; Χα. Εγώ ξέρω τι πρέπει να κάνω εγώ. Και θα με βοηθούσε ιδιαίτερα αν δε μιλάγαμε τόσο πολύ ώστε να ακούω…»

La lectura es la cura.

«Μα τι μανία βρε άνθρωπέ μου με τα ισπανικά; Γιατί τέτοια πρεμούρα να τα μάθεις;»

Viajar es la terapia.

«Δεν καίγομαι να τα μάθω.»

«Αλλά;»

«Θέλω να ακούω τη φωνή της.»

Sentir el entumecimiento de amor.

«Τη φωνή της; Εννοείς αυτή που μιλάει; Την ξέρεις;»

«Όχι.»

«Ε τότε γιατί θες να ακούς τη φωνή της;»

«Πρέπει να την ξέρω για να θέλω να ακούω τη φωνή της;»

Ήταν μια φωνή που είχε την πιο τέλεια μίξη βραχνάδας, σοβαρότητας και αισθησιασμού που είχε υπάρξει στο σύμπαν ολάκερο από καταβολής δημιουργίας του. Μια τέτοια φωνή θα μπορούσε να ανήκει μόνο στο ιδανικότερο πλάσμα που περπατάει πάνω στη γη. Και εκείνη τη στιγμή, χιλιάδες χιλιόμετρα μακριά σπατάλαγε τα λόγια της σε ανθρώπους ανάξιους να αντιληφθούν την υπεράνθρωπη ομορφιά τους. Άλλες φορές τη φανταζόταν ψηλή, μελαμψή, με μπουκλωτά μαύρα μαλλιά μέχρι τη μέση, τεράστια μάτια και θεϊκές καμπύλες. Άλλες πάλι μικρόσωμη, με βαμμένα ξανθά μαλλιά, υπέροχες γωνίες προσώπου και επιδερμίδα απαλή όσο κανένα υλικό που υπήρχε ή θα υπάρξει ποτέ στον πλανήτη. Ήταν η μόνη φωνή που θα μπορούσε να τον κάνει να αποδεχτεί την παντελή απουσία ελευθερίας που υπήρχε στον κόσμο. Ήταν η μοναδική που θα μπορούσε να τον κάνει να μη νοιάζεται για την ηλιθιότητα και την επικινδυνότητα των απλών ανθρώπων. Να μην εξοργίζεται από την ανευθυνότητα των σημαντικών. Να μη σκέφτεται τη ζωή, τον θάνατο, την υγεία, την αρρώστια, την κούραση, τη διασκέδαση. Όχι, δεν είναι ο έρωτας έτσι γενικά. Επρόκειτο για κάτι πολύ παραπάνω, έτσι είκαζε εν πάση περιπτώσει. Δεν ήξερε αν το είχε (μόνο από τη μεριά του φυσικά) ή αν απλά είχε προσδιορίσει το τι έψαχνε… Το μόνο που ήξερε ήταν ότι το είχε ανάγκη. Δε θα μπορούσε να συνεχίσει για πολύ καιρό έτσι, το γνώριζε καλά. Δεν μπορούσε. Τα οχτώ χρόνια από όταν είχε πρωτοπάει στη Μαδρίτη, είχε αγοράσει την κασέτα και είχε ακούσει για πρώτη φορά στη ζωή του τη θεία φωνή της –δίχως να αντιληφθεί τότε τι θα σήμαινε γι’ αυτόν, ήταν μια αργή διαδικασία- ήταν υπερβολικά πολλά. Τα βάρη στοιβάζονταν το ένα πάνω στο άλλο, σε γεωμετρική πρόοδο ανά έτος και κάποια στιγμή –ήταν σίγουρος- θα επερχόταν έκρηξη. Έπρεπε γρήγορα να μαζέψει λεφτά να πάει να την ψάξει. Είχε τη διεύθυνση της εταιρίας της κασέτας. Έπρεπε να βρει το θάρρος να τα αφήσει όλα πίσω του, γνωρίζοντας τον κίνδυνο να μη βρει τίποτα μπροστά του. Κάποια μέρα θα πάει στη Μαδρίτη να τη βρει, σίγουρα.

«Κάπου εδώ με αφήνεις. Γεια σου και καλά μυαλά! Κάποια μέρα θα με θυμηθείς, θα δεις.»

«Γεια.»

¿De dónde vienen personas solitarias?


«Ίσως κάποια μέρα αντιληφθούμε ότι η ελπίδα είναι σημαντικότερη από τον έρωτα. Μόνο που αν το κάνουμε, θα χάσουμε κάθε ελπίδα...» σκέφτηκε κοιτάζοντας με μίσος το πράσινο φανάρι. Τι ήθελε τέλος πάντων από τη ζωή του;

Δευτέρα 14 Μαΐου 2012

My Society, My Social Grace


You emit a distinctive sense of cleverness which is not arousing. Not arousing at all...



The facts of life you say? If you're clever, you'll go with the flow. If you're stupid you'll ignorantly be carried by it. Either way you'll end up in the sewer.
Now, if you're incredibly ethical and live strictly by your moral, humanitarian code... Jesus, I can't even finish this sentence without laughing my fingers off the keyboard.


...so here's a hipster-ly sexy woman to draw attention from the lameness.


I wonder if your eyelids taste better with tear-wet make up or if it is just me. Long live your fuzziness, society. And also, thanks for the little furry beings that sometimes fall from the leaves, I think...



Πέμπτη 10 Μαΐου 2012

Give Us The Rope


Αχ και να ήταν η ζωή μας τα συνεπαγόμενα που αφήνουμε να εννοηθούν...
Αχ και να είχε η φωνή μας το θράσος και τη δύναμη που έχει όταν γίνεται ένα με τις κραυγές του πλήθους...
Αχ και να γνωρίζαμε έστω και μία αλήθεια... Για το οτιδήποτε... Όχι για να κηρύξουμε ιερή σταυροφορία, μήτε για να την τρίψουμε στη μούρη κανενός. Ούτε καν για να καγχάσουμε, σκυμμένοι, με το χέρι να κρύβει το πρόσωπο, πλάτη με πλάτη με την ιδρωμένη άγνοια των ενάρετων και ρηξικέλευθων και άμεμπτων και "εγώ τουλάχιστον" ανθρώπων που μας περιτριγυρίζουν.

Αχ και να είχαμε ένα φτυάρι και το θάρρος να τους το τοποθετήσουμε με στόμφο στα χέρια και να τους δώσουμε το ελεύθερο...

Έρχονται δύσκολες εποχές. Ακριβώς τόσο δύσκολες όσο κάθε στιγμή κάθε εποχής που έχει περάσει. Ούτε σπιθαμη πιο πάνω. Ούτε σπιθαμή πιο κάτω. Έρχονται δύσκολοι άνθρωποι. Ακριβώς τόσο δύσκολοι όσο η προδιαγεγραμμένη ανοχή μας. Έρχονται αγάπες. Έρχονται ανασφάλειες. Έρχεται μια κλειστοφοβική αίσθηση κατρακύλας, κατάρρευσης, μόνιμης και σταθερής επιδείνωσης. Μια τέτοια αίσθηση που δε σου αφήνει άλλο περιθώριο παρά να αφεθείς στις εποχές, οι οποίες σαν εξαγριωμένο πλήθος, κραδαίνοντας πυρσούς σε έχει πάρει στα χέρια του, τρέχοντας, λάσπες να πετάγονται στο πρόσωπό σου, οι εκφράσεις τους να είναι απόκοσμες, μεσαιωνικές, ο ουρανός κατάμαυρος, ζοφερός, να υποδέχεται με βλοσυρότητα τα συνθήματα που αντηχούν απ' άκρη ως άκρη...

Give us a grave!
Give us a shovel!
Give us a marker!
Give us the rope!



Και εσύ -αν έχεις κάνει το απειροελάχιστο καλό στη ζωή σου, αυτό που χρειάζεται δηλαδή- γελάς, καθώς πλησιάζεις στο σκοινί... Δεν ξέρω αν είναι αρκετό, είναι όμως το καλύτερο που μπορείς να πάρεις...

Παρασκευή 2 Μαρτίου 2012

Προσδοκίες


Ώρες-ώρες μοιάζει τρομακτικό το να μπεις στη διαδικασία να σκεφτείς ποιες είναι οι προσδοκίες σου από αυτήν τη ζωή, έτσι δεν είναι; Υπάρχει μια σταγόνα που κατεβαίνει εκεί, στη γωνιά του κούτελού σου όπου ενδεχομένως να πετάγεται ένα νεύρο… Βασικά δεν υπάρχει, αλλά δραματικοποιώ την κατάσταση για να δικαιολογήσω το γεγονός ότι γράφω σε ένα blog. Εν πάση περιπτώσει, αγχώνεσαι και προσπαθείς να στρουθοκαμηλίσεις, όπως τότε, πολύ παλιά με την παλάμη μπροστά στα μάτια και το άνοιγμα ανάμεσα στο τρίτο και το τέταρτο δάχτυλο. Φταίει άραγε το ότι πιστεύεις ότι θα απελπιστείς όταν συνειδητοποιήσεις ότι οι πιθανότητες να πραγματοποιηθούν τα όνειρά σου είναι μηδαμινές; Ή ακόμα χειρότερα ότι έχει περάσει τόσος πεταμένος χρόνος από τη ζωή σου ώστε η κάθε δυνατότητα να συμβούν έχει εξανεμιστεί; Μπας και, λέω εγώ τώρα, τρέμεις στο ενδεχόμενο ότι δεν έχεις στην πραγματικότητα κάποια αληθινή επιθυμία από τη ζωή –ή τέλος πάντων καμία που να μπορείς να εκφέρεις με λόγια; Η ευθύνη στην τελευταία περίπτωση είναι αποκλειστικά δική σου που αντί να κάνεις το μόνο πράγμα στη ζωή που θα μπορούσε να σου χρησιμεύσει κάπου –να τη φιλοσοφήσεις δηλαδή- καθόσουν και μελετούσες, πήγαινες για καφέδες, έπαιζες ηλεκτρονικά, έτρεχες πίσω από φουστάνια (ή άπλωνες τα φουστάνια σου)… Όπως και να ‘χει το πιάνετε το νόημα, αλλά και να μην, δεν πειράζει. Ειλικρινά. Το συγκεκριμένο κείμενο δεν αφορά τον κόσμο, αφορά εμένα. Προσαρμόζω δηλαδή το κείμενο στους (στον) αναγνώστες (αναγνώστη) του.

Οι προσδοκίες μου, λοιπόν, είναι πάμπολλες και κυμαίνονται από προσιτές και υλοποιήσιμες μέχρι εξωπραγματικές. Να, καταρχάς ένα από τα πράγματα που επιθυμώ με πάθος από τη ζωή μου είναι να μη γίνω ποτέ από εκείνους τους τύπους που έχουν κεντρική φωτογραφία στο facebook μάγουλο με μάγουλο με την καλή τους. Δεν είναι ότι δε μου αρέσει να είμαι μάγουλο με μάγουλο με κάποια… Ίσα-ίσα που είναι πανέμορφη αίσθηση καθότι τα γυναικεία μάγουλα είναι μαλακότατα, μυρίζεις το όμορφο άρωμα που έχουν (τα περισσότερα τουλάχιστον) και πρόκειται για μια στάση λανθάνοντος φιλιού• γυρνάς λίγο το κεφάλι και τα χείλη σας συναντούνται. Ούτε είμαι κατά αυτού που πρεσβεύει το να βάλεις profile pic (οκέη γι’ αυτό το έγραψα πριν «κεντρική φωτογραφία»… στα αγγλικά ακούγεται πολύ ανώριμο) με το αμόρε σου. Άσχετα αν δε με εκφράζει, δεν είναι κάτι που θεωρώ a priori απευκταίο. Απλά, δε θέλω να έχω κανένα από τα σιχαμένα κοινά στοιχεία όλων εκείνων που «τυχαίνει» και προβαίνουν σε αυτήν την πράξη. Προσοχή: δεν τους λέω σιχαμένους, με αρκετούς τέτοιους ανθρώπους κάνω και παρέα (βέβαια κάνω παρέα και με σιχαμένους, αλλά αυτό είναι δική μου λόξα), απλά τα κοινά τους στοιχεία, τα στοιχεία αυτά που τους οδήγησαν σε κάποια φάση τη ζωή τους να μπουν στη συγκεκριμένη διαδικασία είναι τρισάθλια και σε έναν ιδανικό κόσμο θα αποτελούσαν λόγο εξορίας σε κάποιο απόμακρο νησί του Ειρηνικού όπου θα απαγχονίζονταν και τα κουφάρια τους θα ρίχνονταν στη θάλασσα κατά το ζενίθ της εποχής αναπαραγωγής των καρχαριών, όταν και οι καρχαρίες είναι τόσο καβλωμένοι που πρώτα θα σκεφτούν να τα βιάσουν και μετά να τα φάνε… (fyi οι καρχαρίες δεν ρίχνουν με σπρέι το σπέρμα τους στα απλωμένα στο βυθό αβγά, όπως όλα τα ψάρια…)

Αυτό, λοιπόν, ήταν ένα παράδειγμα από τις εύκολες προσδοκίες μου και όπως δείχνουν τα πράγματα θα τα καταφέρω να μη μοστράρω ποτέ τη γλοιώδη φάτσα μου πλάι στην εκάστοτε αυτάρεσκη φάτσα της στο οποιοδήποτε μέσο κοινωνικής δικτύωσης. Οπότε, ορίστε ένας λόγος για να είμαι χαρούμενος από τη ζωή μου. Βέβαια, έχω και κάποια όνειρα που ξέρω ότι δε θα πραγματοποιηθούν ποτέ, ως οφείλει κάθε προσγειωμένος άνθρωπος (το γιατί το οξύμωρο αυτό είναι αληθές θα αναλυθεί σε άλλη κουβέντα).

Έχουμε και λέμεεεε… Θα ήθελα μια μέρα να μου ανοίξει την πόρτα ένας κοντός, χοντρός, κουστουμάτος ανθρωπάκος με μεγάλο πιάτο φαλάκρας, ηχηρή εισπνοή-εκπνοή και να μου πει: «πέθανε η τάδε χαμένη θεία σας που ήταν υιοθετημένη και δε γνωρίζατε καν για την ύπαρξή της και ζούσε σε μια έπαυλη στην Αμερική και δεν είχε κανένα άλλο κοντινό πρόσωπο και έκανε αμύθητη περιουσία κατά τη διάρκεια της ζωής της και όλα αυτά τα λεφτά που φτάνουν για να ζήσετε ζάπλουτος για δεκαπέντε ζωές είναι δικά σας». Καταλάβατε, θα χαιρόμουν τόσο που δε θα καθόμουν καν να ασχοληθώ πως δικηγόρος άνθρωπος (ή συμβολαιογράφος ή ό,τι σκατά θα ήταν) χρησιμοποιούσε το «και» σαν 10-χρονο. Βέβαια αμέσως μετά θα σκεφτόμουν ότι έχω αδερφή και ότι όλα θα πήγαιναν δια του δύο κάτι που για έναν ανεξήγητο λόγο ενδόμυχα θα με ξενέρωνε, παρ’ όλο που πάλι το υπόλοιπο της ζωής μου δε θα μου έφτανε για να χαλάσω τα μισά των χρημάτων της διαθήκης –είμαι άραγε τόσο μαλάκας; Θα μου πεις, είσαι… Η μεγάλη προσδοκία της ζωής σου είναι να έχεις αμύθητα λεφτά… Υλιστής, γουρούνι, εγωιστής, με όλες τις σάπιες «αξίες» που σου έχει επιβάλλει η άθλια κοινωνία που ζεις. Ναι, δεκτόν, αλλά εδώ ανοίγομαι, και να πω επίσης ότι είναι το όλο concept που με εξιτάρει. Το μαθαίνω, λοιπόν, μια μέρα ότι είμαι ζάπλουτος από το πουθενά, έτσι χωρίς να το αξίζω ούτε στο ελάχιστο, παίρνω αμέσως ένα αεροπλάνο, φτάνω στις Μπαχάμες και σε μια φάση με παίρνουν τηλέφωνο φίλοι και γνωστοί για καφέ… «Α σόρρυ φίλε, δεν μπορώ, είμαι Μπαχάμες». Εκεί ήθελα να καταλήξω… Να πω αυτήν τη φράση. Αυτός ήταν ο στόχος. Ναι, ναι ξέρω, ενώ θα μπορούσα να βοηθήσω τόσο κόσμο, να σώσω τόσες αθώες ψυχές, αποφάσισα να κάνω τη μεγάλη ζωή σε ξενοδοχειακά θέρετρα πίνοντας πολύχρωμα κοκτέιλ και πλαγιάζοντας με αμφιβόλου ηλικίας γυναίκες. Αν ΕΣΥ κέρδιζες αυτά τα λεφτά θα {κτλ κτλ} ω γλυκέ μου φιλάνθρωπε. Το λόγο που πρέπει να ψοφήσεις θα τον αναλύσω σε άλλο κείμενο.

Πίσω στο θέμα μας, μεταξύ των δύο αυτών ακραίων παραδειγμάτων υπάρχει ένα ευρύ φάσμα προσδοκιών. Κάπου χαράσσεις μια γραμμή και λες: από εδώ και πέρα είναι εφικτά και τα κυνηγάω, από εκεί και πέρα τα χρησιμοποιώ για να κάνω σενάρια το βράδυ πριν κοιμηθώ και να χαίρομαι μόνος μου. Κι εδώ έχουμε πάλι δύο ακραία παραδείγματα. Από τη μια μεριά έχουμε τους ανθρώπους ADIDAS (“Nothing Is Impossible”, αφίσα που όλως ειρωνικώς κοσμούσε και ο Κεντέρης, μάλιστα λίγο μετά τα επεισόδια με τις ντόπες κτλ κτλ), μια σιχαμερή νοοτροπία που για κάποιο λόγο πλασάρεται ως θεμιτή σύμφωνα με τα αμερικανικά ιδεώδη. Και από την άλλη μεριά έχουμε τους σάπιους ανθρώπους. Οι τελευταίοι δεν προσπαθούν για τίποτα και για κάποιο λόγο τους συμπαθώ. Μου δίνουν άλλοθι και μου δείχνουν το δρόμο. Τι άλλο να ζητήσει κανείς από μη υπαρκτή κατηγορία ανθρώπων;

Κυριακή 8 Ιανουαρίου 2012

Αυτή η ανεπαίσθητη στιγμή




Αυτή η ανεπαίσθητη στιγμή
που κοντοστέκεσαι μπροστά απ' το ΩΘΗΣΑΤΕ
και ξύνεις το πηγούνι ανθρωπόμορφα
αναρωτόμενος τι πρέπει να κάνεις
είναι που αποδεικνύει στα μάτια μου
πόσο άδικο έχεις σε οτιδήποτε έχεις πει
και οτιδήποτε έχεις κάνει.

Αυτή η αιωνιότητα
που ξαπλώνεις κατάχαμα
και αφήνεις τις επίμονες σταγόνες
να σχηματίσουν σταλαγμίτες στο πετσί σου
καθώς σφυρίζεις αδιάφορα
κοιτώντας το πουθενά
είναι που αποδεικνύει στα μάτια μου
πόσο άδικο έχεις σε οτιδήποτε έχεις πει
και οτιδήποτε έχεις κάνει.

Αυτή η ανεπαίσθητη στιγμή
που κοντοστέκεσαι μπροστά απ' το ΩΘΗΣΑΤΕ
τελικά σημαίνει ότι δε θα είσαι για πολύ εδώ
όπως και να 'χει...





Παρασκευή 6 Ιανουαρίου 2012

It Is The Little Things In Life



It is the little things in life

That life couldn't care less about

Trying inserting any enormous, grandiose things up its twat

And you 'll be sued for rape.



I mean it's life we're talking about, it could get the best lawyers

And give them psychic mind controlling powers

Or even pay the jury

So you'd better lay low.