Πέμπτη 30 Ιουνίου 2011

π-ΣΟΦΟΣ


Όταν έχεις φθάσει στο σημείο κυνικότητας εκείνο κατά το οποίο ουχί μόνον έχεις συνειδητοποιήσει ότι είναι φύσει αδύνατον να γνωρίζει κανείς την αλήθεια περί οιουδήποτε θέματος, μηδενός εξαιρουμένου, αλλά επίσης αντιπαθείς σφόδρα και εκ βάθρων εκείνους τους οποίους πιστεύουν ότι γνωρίζουν μια κάποια αλήθεια (κάτι το οποίον, πρακτικώς, συμπεριλαμβάνει κάθε νοήμονα άνθρωπο), τότε επέρχεται μια κατάστασις κατά την οποία όλες οι σκέψεις σου ταλανίζονται από αρνητικά συναισθήματα που αμαυρώνουν κάθε υποψία καλής διαθέσεως, οι σωστές διαπροσωπικές σχέσεις καθίστανται εγχείρημα ουτοπικό και, ως εκ τούτου, βαδίζεις απροφύλακτος σε μία οδό όπου το περιβάλλον αποτελεί εξ' ορισμού πια τροχοπέδη στην επίτευξη της ψυχικής γαλήνης και όπου αδυνατείς ο ίδιος να οριοθετήσεις τον εαυτό σου, καθότι μήτε δύνασαι να δεις την "αντανάκλασή" σου στον υπόλοιπο κόσμο, μήτε μπορείς να ιχνηθετήσεις έναν αυθαίρετο δρόμο "ψυχικής επιστροφής" κατά το δοκούν, δίχως αυτός να αυτοαναιρείται από το προαναφερθέν παρεμποδιστικό περιβάλλον.

Η περιγραφόμενη άνωθεν " "διαρκής φυτοζωική κατάσταση" " (σε διπλά εισαγωγικά διότι υπάρχει και ομώνυμη ιατρική πάθηση) αποτελεί αν μη τι άλλο κατάντημα αποφευκτέο και νοσηρό και πρέπει να τονισθεί επιμόνως ότι το εν λόγω κείμενο σε καμία περίπτωση δεν την προβάλλει ως ενδεδειγμένη λύση, μολαταύτα αποτελεί την ύστατη γραμμή άμυνας απέναντι σε έναν έυζωνα που του ξεφεύγουν δάκρυα εθνικής συγκίνησης κατά την ορκομωσία του, σε έναν άνεργο φοιτητή ακράτως οργισμένο ενάντια στην αυθαιρεσία και την κατάχρηση εξουσίας των αστυνομικών, σε έναν οικογενειάρχη δημόσιο υπάλληλο ο οποίος θλίβεται τα μάλα με την κατάσταση στην οποία έχει επέρθει η χώρα με την αλόγιστη εισροή παράνομων αλλοδαπών, σε ένα μαθητή 3ης λυκείου που κραδαίνει το "ε ρε χούντα που μας χρειάζεται με τα κωλόπαιδα", σε έναν 30άρη οργανωμένο οπαδό μαυροχρηματικής αθλητικής επιχείρησης για το σήμα της οποίας, ως άλλος σταυροφόρος, ξεγυμνώνει μαχαίρια και μαχαιρώνει αλλοθρήσκους, σε μια γιαγιά που λοξοκοιτάζεί αποδοκιμαστικά κάποιον τύπο στο δίπλα παγκάκι επειδή έχει μακριά μαλλιά, μούσια και σκουλαρίκι, σε ένα αφεντικό που θα απαιτήσει από τους υφισταμένους να ταλαιπωρηθούν δίχως λόγο, δίχως από την ταλαιπωρία τους αυτή να προκύπτει κάποιο επιπλέον κέρδος με οποιοδήποτε άμεσο ή έμμεσο τρόπο, πέραν της αίσθησης αυτο-ολοκλήρωσης που αποκτά ο ίδιος, σε μια κοπέλα, ομορφούλα, εθελόντρια στους ολυμπιακούς αγώνες, στην αιμοδοσία, στις οικολογικές οργανώσεις η οποία θα κατακρίνει όποιον δει να παρετρέπεται από την πρέπουσα οδό της σύνεσης.

Όχι, προς θεού, η παραπάνω κατάσταση ανθρώπου αντιστοιχεί σε χαρακτηριστικά που αψόγως θα ταίριαζαν σε ένα μύασμα, ένα κατακάθι της κοινωνίας. Ένα μυστήριο, μη συμβατό στοιχείο που καλώς και θα απομονωθεί, όχι γιατί είναι επικίνδυνο -κάθε άλλο παρά επικίνδυνο είναι- αλλά επειδή τα τειχία του δεν επιτρέπουν την ανταλλαγή νοητικού υλικού. Είναι αχρείαστο -και βάσει μιας αρχέγονης ανύπαρκτης λογικής, πρέπει να αποβληθεί από το σύστημα.

Ένα εξελικτικό αδιέξοδο είναι, που όσο μπροστά και αν βρίσκεται στην αλυσιδά, δεν παράγει τίποτα για τον εαυτό του. Τίποτα για το σύμπαν.

Παρά ένα μεγαλοπρεπές "ΨΟΦΑ".



Δευτέρα 13 Ιουνίου 2011

Όλο Μαλακίες (κλικ)


Β.Θ.:Κατέβα σου λέω γαμώτη μου! ΚΑ ΤΕ ΒΑ!

M.W.:Στάσου ένα λεπτό, μωρέ.

Β.Θ.:Θα κατεβείς γαμώ τον αντίΘεό σου; Ποιά συγχορδία της λέξης ΚΑΤΕΒΑ δεν αντιλαμβάνεσαι. Μου λες;

M.W.:...

Β.Θ.:Τι "...";

M.W.:Κατάλαβες τι είπες μόλις τώρα;

Β.Θ.:Ναι, είπα "Τι "...";".

M.W.:Όχι, εννοούσα τι είπες αμέσως πιο πρίν. Τυχάρπαστε Β.Θ.! Ανεκδιήγητε γιε της κολάσεως και των αδηφάγων αρτικόλεξων των αρκτικών θαλασσών.Πανάθεμα τα εγκεφαλικά σου κύτταρα που μονότονα προσμένουν σε παράταιρες περιοχές του μυαλού σου μια σταγόνα ουσιώδους σκέψης.

Β.Θ.:ΡΕ! ΡΕ! Θα κατέβεις επιτέλους; Μη με κάνεις να φωνάζω, το CAPS LOCK δε μου ταιριάζει. Κατέβα τώρα μην έχουμε κακά ξεμπερδέματα.

M.W.:Ηρέμησε, Β.Θ.. Δε γίνεται να κατέβω τώρα, θα κατέβω σε λιγάκι... που ίσως θα γίνεται... ίσως και όχι.

Β.Θ.:Τι θα γίνεται ρε τρισκατάρατε; Γιατί με τυραννάς μου λες; Και -για να 'χουμε καλό ερώτημα- γιατί με λες Β.Θ.; Τα αρχικά τα βάζουμε στην αρχή κάθε φορά που παίρνει το λόγο ένας από εμάς, για να καταλαβαίνει ο υπόλοιπος κόσμος ποιος μιλάει.

M.W.:Γι' αυτό άλλωστε και λέγονται "αρχικά"!

Β.Θ.:Είσαι βλάκας, δεν τίθεται ζήτημα πλέον.

M.W.:Ε τώρα αυτό είναι αβελτηρία, Β.Θ.

Β.Θ.:Ρε, θα σταματήσεις να με φωνάζεις με τα αρχικά μου; Έχω και όνομα!

M.W.:Το οποίο είναι;

S.S.:Βοῦς. Το βόδι. Gâus στα σανσκριτικά.

Μ.W.:Και γιατί να ακούσω ένα βόδι όταν μου γράφει να κατέβω από τη γη; Πόσο μάλλον όταν το γράφει στο notepad...

S.S.:Ακριβώς.

M.W.:Εσύ αγαπητή μου S.S. τι μου προτείνεις να κάνω;

S.S.:Σκότωσέ τους. Όλους.

M.W.:???

Β.Θ.:ΚΑΤΕΒΑ ΡΕ ΤΣΟΓΛΑΝΕ, ΚΑΤΕΒΑ!

Μ.W.:Θα σκάσεις επιτέλους; Πες μου, S.S., τι εννοείς.

S.S.:Το προφανές, φυσικά φυσικά. Έχεις δύο επιλογές, ή θα κατέβεις από τη Γη, ή θα τους σκοτώσεις όλους. Ή θα ξαπλώσεις στο πάτωμ...

Β.Θ.:KATEBA!

Π.Φ.:{πονοκέφαλος}

S.S.:...στο πάτωμα και όλα θα γυρίζουν. Σαν τη Γη.

Μ.W.:Σαντιγύ... [ύφος πράο, γαλήνιο, ευτυχισμένο, αναπόλησης, ψιλομαστουρωμένο γενικά]

Β.Θ.:Λοιπόν, άκου με προσεχτικά, πανάθεμά σε. Σε λίγα δευτερόλεπτα θα είναι η τελευταία σου ευκαιρία. Η Γη θα πλησιάσει την πλατφόρμα και θα πρέπει να πηδήξεις όταν σου κάνω νεύμα. Εμπιστεύσου με. Άπαξ και έμαθες ότι το σύμπαν έχει ταβάνι, δεν μπορείς να μείνεις μέσα. Όταν τα πάντα είναι ένα κουτί που σε κρύβει από τον υπόλοιπο κόσμο, είσαι για πάντα εγκλωβισμένος. Εγκιβωτισμένος. Εκτός αν πηδήξεις και...

M.W.:Γιατί σταμάτησες, βόδι;

Β.Θ.:Παρασύρθηκα. Πάει, πέρασε η στιγμή... Δεν πρόκειται να υπάρξει άλλη κι εσύ θα ζεις πάντοτε με αυτήν τη γνώση που θα σου τριβελίζει, θα σου τυραννάει το είναι.

M.W.:Βασικά, σταρχιδιαμ!
 


Υ.Γ.1:

S.S.:Άρα σου μένει μόνο ένα πράγμα να κάνεις...

Μ.W.:Να τους σκοτώσω όλους;

S.S.:Όχι, είναι όλοι τους νεκροί. Απλά ξάπλωσε =)

Β.Θ.:Ορθώς ομίλησε ο Υ.Γ.1...

Πέμπτη 2 Ιουνίου 2011

Υπάρχουμε Κι Εμείς

Υπάρχουν εκείνοι οι οποίοι με μεστή σκέψη παίρνουν τις σωστές αποφάσεις για τη ζωή τους και εμμένουν σε αυτές. Αφοσιώνονται. Κάνουν θυσίες, θυσίες πραγματικές, θυσίες που τους πονούν υπερβολικά γιατί είναι πράγματα πολύτιμα σε εκείνους, που υπό άλλες προϋποθέσεις δε θα τα άφηναν ποτέ να χαθούν, όμως τα απαρνούνται με περίσσιο σθένος. Και όλα αυτά προκειμένου να είναι πιστοί στους εαυτούς τους, πιστοί σε όλα εκείνα τα οποία πρεσβεύουν. Μέρα με τη μέρα, χρόνο με το χρόνο, ζωή με τη ζωή, επιτυγχάνουν αξιοθαύμαστα πράγματα. Οι εαυτοί τους είναι πεπαιδευμένοι, τα επιτεύγματά τους βραδυφλεγή.

Υπάρχουν εκείνοι οι οποίοι από όλα τα αντικείμενα του κόσμου, από όλους τους ανθρώπους, από όλα τα ζώα, τα φυτά, τα λουλούδια, τις μυρουδιές, τους ήχους που τους περιβάλλουν, έχουν ξεχωρίσει κάποια λίγα. Πολύ λίγα. Και αυτά τα αγαπούν, τα νοιάζονται, ενώνουν τους ψυχισμούς τους μαζί τους, τα βοηθούν και βοηθιόνται απ’ αυτά. Μαθαίνουν την ανιδιοτέλεια και γίνονται καλύτεροι άνθρωποι. Συνειδητοποιούν ότι μόνοι τους σε αυτόν τον κόσμο αδυνατούν να επιτύχουν πληρότητα –και αυτό είναι το μεγαλύτερο μάθημα μετριοφροσύνης. Γίνονται ξενιστές της ωφέλειας του σκοπού.

Υπάρχουν εκείνοι οι οποίοι ξέρουν ότι η ζωή τους δεν είναι παρά ένα στοπ-καρέ σε ένα γιγαντιαίων διαστάσεων σατυρικό δράμα, το οποίο δε θα επηρεαστεί ούτε στο ελάχιστο από την απουσία ή την παρουσία του. Ζουν τη ζωή τους με γνώμονα ότι η κάθε στιγμή που φεύγει δεν πρόκειται να ξαναέρθει. Γι’ αυτό τολμούν τις ανατροπές. Δεν έχουν ενδοιασμό να αδράξουν την κάθε μέρα ανάλογα με το τι προστάζει η καρδιά τους. Δε φοβούνται να εγκαταλείψουν τη σιγουριά της μέχρι τώρα ζωής τους και να ξεκινήσουν μια νέα στα ξένα. Δε φοβούνται να πουν στη γυναίκα πίσω από το ταμείο ότι έχει υπέροχα μάτια και θέλουν να βγουν για καφέ μαζί της. Δε διστάζουν να δώσουν όλα τα λεφτά που έχουν αποταμιεύσει εδώ και χρόνια για να εκπληρώσουν μια παιδική τους τρέλα. Μα πάνω απ’ όλα, δε διστάζουν να ζήσουν ολάκερη τη ζωή τους έτσι, εις βάρος της κάθε ατομικής επιτυχίας/κοινωνικής αποδοχής τους. Υπερνικούν το σφίξιμο στην καρδιά, πλέουν κόντρα στον άνεμο.

Υπάρχουν εκείνοι οι οποίοι τελειώνουν ό,τι αρχίζουν. Η αναβλητικότητα δεν τους έχει αγγίξει.

Υπάρχουν εκείνοι οι οποίοι βάζουν τους άλλους πάνω από τον εαυτό τους. Έχουν, με άλλα λόγια, καταφέρει να είναι… άνθρωποι.

Υπάρχουν εκείνοι οι οποίοι δε νοιάζονται για τη γνώμη των υπολοίπων. Οι πράξεις τους γίνονται με γνώμονα τις δικές τους επιθυμίες και μόνο αυτές.

Υπάρχουν εκείνοι οι οποίοι ενδιαφέρονται και προβληματίζονται για το κοινό καλό. Αν η εξουσία μια μέρα φορτωνόταν στις πλάτες τους θα είχαν την καλοπροαίρετη βούληση να πάρουν τις σωστές αποφάσεις.

Υπάρχουν εκείνοι οι οποίοι δεν είναι φυγόπονοι. Ο μόχθος είναι τρόπος ζωής γι’ αυτούς και πηγή υπερηφάνειας.

Υπάρχουν εκείνοι οι οποίοι δε σπαταλάνε τη ζωή τους ανερυθρίαστα ολημερίς και ολοβραδίς σε πέραν κάθε ορίου ανουσιότητας δραστηριότητες.


Και υπάρχουμε κι εμείς…